Ο στόχος της φυσικοθεραπείας στη νευροαποκατάσταση είναι να μπορέσουν τα άτομα με χρόνιες ή οξείες βλάβες των κινητικών νευρώνων να λειτουργήσουν όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικά στην καθημερινότητά τους. Ένας απ’ τους κύριους σκοπούς του Φυσικοθεραπευτή είναι να δείξει πως οι καθημερινές δραστηριότητες μπορούν να εκπαιδευτούν σε νευρολογικούς ασθενείς.

Δεδομένης της σημασίας της ανεξάρτητης διαβίωσης, το άτομο χρειάζεται την ευκαιρία να επικεντρωθεί στην ανάκτηση του ελέγχου των τμημάτων του σώματος, κατά την ύπτια, καθιστή και όρθια θέση. Η εκπαίδευση του κινητικού ελέγχου σε άτομα με συγκεκριμένα ελλείμματα περιλαμβάνει:

  • την εξασφάλιση επαρκούς ευκαμψίας και ελαστικότητας των μυών, συνδέσμων και τενόντων και της μυϊκής δύναμης και φυσικής κατάστασης για τις απαιτούμενες δραστηριότητες
  • την εξασφάλιση ότι μέσω της εξάσκησης και της άσκησης η εκπαίδευση κατευθύνεται στην απόκτηση δεξιοτήτων (δηλαδή κινητική εκμάθηση) για τις δραστηριότητες αυτές (μετακίνηση στο σπίτι, αυτοεξυπηρέτηση)
  • αν δεν είναι δυνατόν να εξασκηθεί το άτομο σε ολόκληρη τη δραστηριότητα, οι Φυσικοθεραπευτές, έχουν την δυνατότητα να χωρίζουν το επιλεγμένο πρόγραμμα σε στάδια εκπαιδεύοντας προοδευτικά το άτομο.

Στη φροντίδα των ασθενών η αξιολόγηση είναι απαραίτητη για να:

  • Καθορίσουμε την αρχική κατάσταση του ασθενή
  • Παρακολουθήσουμε την πρόοδο του, ώστε να καθορίσουμε την αποτελεσματικότητα του πλάνου αποκατάστασής
  • Ενημερώσουμε τον ασθενή για την πρόοδο του με στοιχεία
  • Πληροφορήσουμε και να ενημερώνουμε συνεχώς τους οικείους του για την εξέλιξή του

Μία από τις σπουδαιότερες λειτουργίες ενός θεραπευτή είναι η δημιουργία των κατάλληλων συνθηκών κατά την εξάσκηση, ώστε να διευκολύνεται η διαδικασία αυτή. Τέλος, στην αποκατάσταση η προσοχή (επικέντρωση και απομόνωση της πληροφορίας) αποτελεί απαραίτητο μέρος της άσκησης και της εξάσκησης, καθώς η βελτίωση των επιδόσεων έχει βρεθεί ότι σχετίζεται με τη βελτίωση της προσοχής.

Οι διδακτικές τεχνικές αποκατάστασης περιλαμβάνουν την επίδειξη, τη διδασκαλία, την ακουστική και οπτική επανατροφοδότηση και την καθοδήγηση.

Το Φυσικοθεραπευτικό πλάνο αποκατάστασης σχεδιάζεται και έχει ως σκοπό την επανεκπαίδευση και βελτίωση της ποιότητας ζωής του ατόμου ώστε να ανταπεξέρχεται αποτελεσματικά στις καθημερινές του δραστηριότητες με επιτυχία.

 

Αυχενικό σύνδρομο μπορεί να ονομαστεί οποιαδήποτε κατάσταση η οποία οφείλεται σε μία σειρά συμπτωμάτων των μυών, νεύρων, αρθρώσεων, αυχενικών σπονδύλων και μεσοσπονδυλίων δίσκων, της περιοχής του αυχένα.

Χαρακτηρίζεται συνήθως από :

  • Πόνο
  • Μυϊκός σπασμός
  • Δυσκαμψία στην οπίσθια και πλάγια επιφάνεια του αυχένα
  • Πονοκέφαλο

Ο Πόνος είναι πιθανό να αντανακλά στα άνω άκρα ή στη περιοχή του ώμου, όπως επίσης μπορεί να υπάρχει το αίσθημα Μουδιάσματος (υπαισθησία) στα άνω άκρα με πιο συχνά τα δάκτυλα. Ο πόνος στον αυχένα μπορεί να είναι αμφοτερόπλευρος ή ετερόπλευρος και εκτός από την περιφέρεια να δίνει συμπτώματα και προς την κεφαλή.

Επίσης ως κλινικά σημεία αναφέρονται πολλές φορές:

  • ελαττωμένο εύρος κίνησης ή η αποφυγή κινήσεων λόγω πόνου
  • πόνος στο εμπλεκόμενο σπονδυλικό επίπεδο
  • αστάθεια ή αίσθημα αδυναμίας
  • αλλαγές στη στάση του σώματος
  • εκφυλίστηκες αλλοιώσεις στην απεικόνιση (ακτινογραφία)

Όσον αφορά τη Φυσικοθεραπευτική αντιμετώπιση και αποκατάσταση είναι εξαιρετικά σημαντική η αναγνώριση των κινήσεων και κλινικών σημείων που ανακουφίζουν το άτομο από τα συμπτώματα. Επίσης συμπεριλαμβάνεται η επανεκπαίδευση της στάσης, οι ενεργητικές ασκήσεις στο φυσιολογικό εύρος κίνησης, η αποκατάσταση της μυϊκής ανισορροπίας, οι ειδικές τεχνικές κινητοποίησης και οι εργονομικές συμβουλές. Σε περιπτώσεις χρονιότητας κλειδί στην αποκατάσταση αποτελεί η συμβουλευτική, ειδικότερα κατά την ύπαρξη ψυχοκοινωνικών συμπτωμάτων (κατάθλιψη, απώλεια εργασίας, οικογενειακά προβλήματα).

Ιδιαίτερη προσοχή συνίσταται σε περιπτώσεις αναπαραγωγής έντονου μη ανεκτού πόνου και σε περιπτώσεις ναυτίας ή ιλίγγου. Ενθαρρύνεται με τη πάροδο του χρόνου η αυτοσυντήρηση και αυτοδιαχείριση του ατόμου μέσω της εκπαίδευσης και του καθορισμού στόχων. Τέλος αποτελεί πάντα απαραίτητη προϋπόθεση, η κλινική τεκμηρίωση για την Αξιολόγηση και την Οργάνωση του προγράμματος της Φυσικοθεραπείας.

 

Σκλήρυνση κατά Πλάκας: γενικές πληροφορίες

Η σκλήρυνση κατά πλάκας (ΣΚΠ) είναι μία χρόνια νευροεκφυλιστική νόσος που χαρακτηρίζεται από εξαιρετική μεταβλητότητα στην κλινική πορεία, με σημεία και συμπτώματα που επηρεάζουν λειτουργικά, ψυχολογικά και γνωστικά το άτομο. Η νόσος εμφανίζεται στο διπλάσιο ποσοστό γυναικών σε σχέση με τους άντρες και αφορά ηλικίες 20 έως 50 ετών. Να αναφερθεί ότι το ηλικιακό εύρος αφορά τη χρονική στιγμή της κλινικής διάγνωσης και όχι την πρότερη ύπαρξη συμπτωμάτων ή τη μετέπειτα διάρκεια. Η φαρμακευτική αγωγή που λαμβάνεται αφορά τη διαχείριση και την εκδήλωση των συμπτωμάτων, με τον θεράποντα ιατρό να αποφασίζει τη καλύτερη δυνατή αγωγή για τη μείωση της προοδευτικότητας της νόσου.

Η εκδήλωση των συμπτωμάτων μπορεί να ποικίλλει σημαντικά ανάμεσα στα άτομα, και αυτά περιλαμβάνουν τη κόπωση, αδυναμία, στάση σώματος και τις διαταραχές στην κίνηση. Η λειτουργία της βάδισης αξιολογείται συχνότερα ως η πιο σημαντική από τα άτομα με ΣΚΠ. Τόσο ο επιπολασμός όσο και η σοβαρότητα των διαταραχών της βάδισης βρέθηκε ότι συσχετίζονται με τη διάρκεια της νόσου, αν και ορισμένες μελέτες έχουν εντοπίσει χαρακτηριστικά βάδισης που επηρεάζονται και σε άτομα με ήπια πρόοδο της ΣΚΠ. Οι βλάβες μπορεί να προκαλέσουν δυσλειτουργίες που οδηγούν σε προοδευτική επιδείνωση της ποιότητας ζωής. Είναι απαραίτητη η διεπιστημονική προσέγγιση, λαμβάνοντας υπόψιν όλες τις πτυχές της νόσου και η εξειδικευμένη αντιμετώπιση που επικεντρώνεται στο άτομο. Στόχος είναι πάντα η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης τόσο του ατόμου με ΣΚΠ όσο και της οικογένειας και των ατόμων γύρω του.

Ο όγκος της έρευνας αυξάνεται καθημερινά προσφέροντας ολοκληρωμένη γνώση για τις θετικές επιδράσεις τη φυσικοθεραπείας τόσο στην ΣΚΠ όσο και σε άλλες παθολογίες και καταστάσεις. Η φυσικοθεραπεία στην αντιμετώπιση της ΣΚΠ περιλαμβάνει τις παρεμβάσεις για τη βελτίωση και τη διατήρηση της σωματικής δραστηριότητας. Χρησιμοποιώντας από παθητικές έως και ενεργητικές τεχνικές, στόχος είναι η εξατομικευμένη αντιμετώπιση ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε ατόμου και το πως έχει εκδηλωθεί η νόσος. Η φυσικοθεραπεία έχει ευεργετικές επιδράσεις στην κόπωση, στη μείωση του αισθήματος πόνου και δυσκαμψίας, στη βελτίωση της μυϊκής λειτουργίας και δρα θετικά στην ισορροπία και τη γενική κινητικότητα. Είναι σημαντικό και απαραίτητο να χρησιμοποιούνται έγκυρες μέθοδοι αξιολόγησης για τον προσδιορισμό των κινητικών ελλειμάτων και δυσλειτουργιών. Στις μεθόδους αξιολόγησης περιλαμβάνεται: η εκτίμηση της σπαστικότητας, η αξιολόγηση της μυϊκής δύναμης και των ελλειμάτων, η ανάλυση της βάδισης και η αξιολόγηση της ισορροπίας και η γενική λειτουργική εκτίμηση.

Πέρα από τις παρεμβάσεις που θα επιλέξει ο θεράπων ιατρός η στοχευμένη φυσικοθεραπεία μέσω ελεγχόμενης φόρτισης είτε με εξωτερικές αντιστάσεις είτε με το βάρος το σώματος έχει επίδραση :
• Στο εύρος κίνησης των ισχίων και των αστραγάλων
• Στη βελτίωση της σπαστικότητας όπου εμφανίζεται
• Μείωση του αισθήματος κόπωσης
• Διατήρηση της καρδιοαναπνευσικής ικανότητας και σε ορισμένες περιπτώσεις βελτίωσή της
• Μεμονωμένη αύξηση της δύναμης τετρακέφαλου και οπίσθιων μηριαίων
• Ενίσχυση της πνευματικής διαύγειας και της καθημερινής ενεργητικότητας με βελτίωση της γενικής ποιότητας ζωής

Η ανθρώπινη βάδιση απαιτεί υψηλό βαθμό συμμετρίας και συντονισμού. Η ασυμμετρία της βάδισης σχετίζεται με μειωμένη ταχύτητα βάδισης και αυξημένη ενεργειακή δαπάνη. Στα άτομα με ΣΚΠ παρατηρούνται γενικά μειωμένοι παράμετροι βάδισης όπως ο ρυθμός, το μήκος βήματος και ο χρόνος βηματισμού. Η μεταβλητότητα της βάδισης, τείνει να προοδεύει ανάλογα με τα στάδια και τη πορεία της πάθησης, με τη μεγαλύτερη μεταβλητότητα να εμφανίζεται στα υψηλότερα επίπεδα αναπηρίας. Στη προοδευτική ΣΚΠ όπου τα συμπτώματα με τη πάροδο του χρόνου είναι και σοβαρότερα, απαιτείται συνέπεια και εξειδικευμένη αντιμετώπιση τόσο από τη πλευρά του φυσικοθεραπευτή όσο και από τη πλευρά του ατόμου που πάσχει. Πριν την πρόοδο των συμπτωμάτων συστήνεται η εισαγωγή των θεραπευτικών μεθόδων, και ειδικότερα της άσκησης, για να μειωθεί και η εξέλιξη της νόσου. Επίσης σημαντική είναι η εξοικείωση του ατόμου πρότερα με τις τεχνικές παρέμβασης, καθώς είναι δυσκολότερη η προσαρμογή στα πιο απαιτητικά στάδια της νόσου.

 

Νόσος του Πάρκινσον

Η νόσος του Πάρκισον είναι μία προοδευτική νευροεκφυλιστική πάθηση που χαρακτηρίζεται από διαταραχές της κίνησης και του ελέγχου της στάσης (ισορροπία). Υπολογίζεται ότι υπάρχουν περίπου 1 εκ. άτομα με νόσο του Πάρκινσον στην Ευρώπη, ενώ ο αριθμός αναμένεται να διπλασιαστεί μέχρι το 2030. Ο επιπολασμός της νόσου αυξάνεται σταθερά με την ηλικία. Η αναπηρία μπορεί να εμφανιστεί σε οποιοδήποτε στάδιο της νόσου και είναι εκτεταμένες οι επιπτώσεις στα άτομα και τους οικείους τους.

Οι πάσχοντες αντιμετωπίζουν αυξημένες δυσκολίες στις δραστηριότητες της καθημερινής ζωής. Πιο συγκεκριμένα επηρεάζεται η βάδιση, οι μετακινήσεις, η ισορροπία και η στάση του σώματος. Αυτό οδηγεί σε μειωμένη ανεξαρτησία, αδράνεια και κοινωνική απομόνωση με αποτέλεσμα τη μείωση της ποιότητας ζωής. Από φαρμακευτικής άποψης η λεβοντόπα αποτελεί την καταλληλότερη θεραπεία, ωστόσο ακόμα και με τη βέλτιστη φαρμακευτική διαχείριση, οι πάσχοντες εξακολουθούν να εμφανίζουν επιδείνωση της σωματικής λειτουργίας. Η εν λόγω πολυδιάστατη πάθηση επιδέχεται διεπιστημονική προσέγγιση με συμπερίληψη θεραπειών αποκατάστασης στη φαρμακολογική και νευροχειρουργική θεραπεία.

Οι φυσικοθεραπευτές έχουν στόχο τη μεγιστοποίηση της λειτουργικότητας και την ελαχιστοποίηση των δευτερογενών επιπλοκών μέσω της κινητικής αποκατάστασης και της εκπαίδευσης για την υποστήριξη ολόκληρου του ατόμου. Η φυσικοθεραπεία επικεντρώνεται:
• Μεταφορές του βάρους του σώματος
• Στάση του σώματος
• Λειτουργία των άνω άκρων
• Βελτίωση & διατήρηση της ισορροπίας
• Μείωση των πτώσεων
• Βάδιση & μετακίνηση
• Φυσική ικανότητα & καθημερινή δραστηριότητα
• Αίσθημα ανεξαρτησίας, ασφάλειας & ευεξίας

Πτώσεις και νόσος Πάρκινσον
Μιλώντας πιο συγκεκριμένα, οι πτώσεις μεταξύ των ατόμων με Πάρκισον είναι συχνές και επανειλημμένες. Τα άτομα με Πάρκινσον έχουν διπλάσιες πιθανότητες να υποστούν πτώση από ό,τι ο υγιής ηλικιωμένος πληθυσμός. Οι επαναλαμβανόμενες πτώσεις θέτουν σε κίνδυνο την υπόλοιπη σωματική υγεία των ατόμων και έχουν συνέπειες που αφορούν πιθανά κατάγματα, ακινησία και φόβο πτώσης, εξάρτηση από άλλα άτομα και κοινωνική απομόνωση. Ο ισχυρότερος παράγοντας πρόγνωσης για μελλοντικό κίνδυνο είναι το αν υπάρχει προηγούμενη πτώση.

Μερικά από τα σημεία και συμπτώματα είναι:
• Διαταραχή προσανατολισμού
• Νοητική δυσχέρεια
• Λανθασμένη κινητική εκτίμηση
• Απόσπαση της προσοχής

Υπάρχουν σημαντικά στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η τακτική άσκηση μπορεί να είναι ιδιαίτερα ευεργετική για άτομα µε Πάρκινσον για τη διατήρηση του ελέγχου της στάσης, της κινητικότητας, των καθημερινών δραστηριοτήτων και της γενικής διαχείρισης των συμπτωμάτων. Ένα πολυδιάστατο μοντέλο που συνδυάζει λειτουργικές ασκήσεις µε στρατηγικές συμπεριφοράς είναι πιθανό να έχει μεγαλύτερη επίδραση στη μείωση των πτώσεων.

Ο φυσικοθεραπευτής δομεί ένα εξατομικευμένο θεραπευτικό πρόγραμμα ασκήσεων που προσαρμόζεται στην οικία του ασθενή, με στόχο την αυτονομία του. Οι συνεδρίες φυσικοθεραπείας πρέπει να περιλαμβάνουν ειδικές για την ασθένεια ασκήσεις και στρατηγικές για την αστάθεια, χρήση της κινητικής επανεκµάθησης και της γνωστικής επίγνωσης. Πιο συγκεκριμένα τα προγράμματα περιλαμβάνουν:
• Ασκήσεις για τον έλεγχο της στάσης
• Μυϊκή ενδυνάμωση με στόχο την ομαλή βάδιση
• Στρατηγικές για τη μείωση του παγώματος, ‘’Freezing’’
• Ενθάρρυνση της σταθερότητας
• Ανατροφοδότηση για την προώθηση της μάθησης
• Κίνητρα για προσκόλληση και συνέπεια στο πρόγραμμα

Καθώς δεν προβλέπεται η πρόοδος που θα έχει η νόσος, τα προγράμματα άσκησης μεταβάλλονται και ενδέχεται να υπάρχουν περίοδοι πλήρους αυτονομίας του ατόμου. Στόχος είναι η συνεχής αξιολόγηση και επαναπροσδιορισμός των αναγκών και προβληματισμών που θέτουν οι ασθενείς και οι φροντιστές του.

 

Οστεοαρθρίτιδα: νέα δεδομένα στη φυσικοθεραπευτική αντιμετώπιση.

Η οστεοαρθρίτιδα (ΟΑ) είναι η συχνότερη πάθηση των αρθρώσεων και ο επιπολασμός αυτής της ρευματικής νόσου αυξάνεται με την ηλικία και προσβάλει κυρίως το ισχίο και το γόνατο. Με βάση την ακτινογραφική διάγνωση, το 5% έως 15% των ατόμων ηλικίας 55 ετών πάσχουν από ΟΑ ισχίου, ενώ το 10% έως 30%, ίδιας ηλικία, πάσχουν από ΟΑ γόνατος. Λόγω της γήρανσης του πληθυσμού και της αύξηση της παχυσαρκίας, τα ποσοστά ΟΑ είναι όλο και αυξανόμενα.

Τα άτομα με ΟΑ, είτε γόνατος είτε ισχίου, βιώνουν:
• Πόνο
• Δυσκαμψία
• Αίσθημα τριγμού
• Μειωμένο εύρος κίνησης
• Φλεγμονώδεις καταστάσεις

H καθημερινότητα δύναται να δυσκολέψει όσο προοδεύουν τα συμπτώματα της πάθησης, με τις δραστηριότητες να γίνονται προβληματικές. Ο συνδυασμός με τους ψυχολογικούς παράγοντες των ατόμων, θέτουν τα άτομα σε έναν φαύλο κύκλο αδράνειας, με αποτέλεσμα να επέρχεται μυϊκή αδυναμία και ακόμη περισσότερος περιορισμός στις καθημερινές δραστηριότητες.

Η πιο διαδεδομένη και ενδεδειγμένη μέθοδος αντιμετώπισης πέραν της χειρουργικής επέμβασης και της φαρμακευτικής αγωγής είναι η Φυσικοθεραπεία. Η παρέμβαση του φυσικοθεραπευτή αποτελείται από τεχνικές κινητοποίησης, ασκήσεις μυϊκής ενδυνάμωσης, αερόβιες ασκήσεις και εκπαίδευση του πάσχοντος ατόμου με στόχο:
• Την αποτελεσματική μείωση των επιπέδων πόνου
• Τη βελτίωση της κινητικής λειτουργικότητας

Μία από τις προσεγγίσεις για την αύξηση των επιπέδων δραστηριότητας είναι η διαβάθμιση αυτής και η προσαρμογή της στις ανάγκες και την ανοχή του ασθενή. Με τον αυξανόμενο επιπολασμό της ΟΑ, υπάρχει ανάγκη για αποτελεσματικές και οικονομικά αποδοτικές παρεμβάσεις για τη διαχείριση των συμπτωμάτων ΟΑ ισχίου και γόνατος. Επιγραμματικά, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της Ολλανδικής Εταιρίας Φυσικοθεραπείας, περιλαμβάνονται οι: ενημέρωση, φυσική άσκηση, δύναμη και σταθερότητα, χωρίς περιορισμό στον αριθμό των φυσικοθεραπευτικών συνεδριών που πραγματοποιούνται.

Διάφορα πρωτόκολλα έχουν αναπτυχθεί με μικρές διαφορές μεταξύ τους και αυτό γιατί πριν από οποιαδήποτε παρέμβαση πραγματοποιείται αξιολόγηση και κλινική εκτίμηση της κατάστασης του κάθε ατόμου, μαζί με τη θέσπιση στόχων. Όσον αφορά την ΟΑ γόνατος προτείνεται ανεπιφύλακτα η ενδυνάμωση, διατάσεις και εφαρμογή λειτουργικών δραστηριοτήτων. Πιο συγκεκριμένα χρησιμοποιούνται τεχνικές κινητοποίησης της άρθρωσης του γόνατος, τεχνικές χαλάρωση των μαλακών μορίων μέσω της μάλαξης, διάτασης των μυϊκών δομών και θεραπευτική ενδυνάμωση με λειτουργικές ασκήσεις. Αξίζει να αναφερθεί ότι ο μέσος γλουτιαίος μυς είναι πρωταρχικός σταθεροποιητής του κάτω άκρου στο μετωπιαίο επίπεδο και πραγματοποιεί απαγωγή του άκρου. Ενώ δεν επιδρά άμεσα στην άρθρωση του γόνατος, ελαχιστοποιεί με τη δράση του τις δυνάμεις που προκαλούν τραυματισμούς στο γόνατος. Παρόμοια δράση έχει και ο έσω πλατύς μυς στην κατάφυση του τετρακεφάλου όμως η εκγύμνασή του μπορεί να παρεμποδίζεται από τη πρόοδο της ΟΑ και το μειωμένο εύρος κίνησης του γόνατος. Βασικές οδηγίες που δίνονται και πρέπει να τηρούνται είναι πριν την αύξηση του φορτίου των ασκήσεων:
• Επιτυχής πραγματοποίηση 3ων σετ από 8-12 επαναλήψεις χωρίς πόνο ή δυσφορία.
• Απουσία μυϊκού πόνου ή αύξησής του στις αρθρώσεις εντός 24ώρου μετά από μία συνεδρία θεραπείας.

Η άσκησης είναι το αποτελεσματικότερο μη χειρουργικό μέσο αντιμετώπισης της ΟΑ γόνατος και ισχίου. Σε άτομα περισσότερο δραστήρια, ακόμα και σε δραστηριότητες όπως το τρέξιμο, δεν έχει αποδειχθεί συσχέτιση αύξησης συμπτωμάτων ή περαιτέρω δομικής καταστροφής. Επίσης είναι γεγονός πως η άσκηση φόρτισης της άρθρωσης του γόνατος δεν είναι επιβλαβής για τον αρθρικό χόνδρο. Τέλος, μπορούμε να πούμε με σιγουριά πως οι συστάσεις αφορούν την εκπαίδευση και τις συμβουλές στον ασθενή, ασκήσεις ενδυνάμωσης, αερόβια άσκηση και απώλεια βάρους όταν είναι απαραίτητο.